- αίκλον
- αἶκλον και ἄικλον, το (Α)το βραδινό φαγητό, το δείπνο στη Σπάρτη.[ΕΤΥΜΟΛ. Αγνωστης ετυμολ., πιθ. συγγενές με τη λ. αἰκάζει, «καλεί» τού Ησυχίουαμφίβολη είναι επίσης η σύνδεση τής λ. με το ρ. αἰκάλλω, «κολακεύω»].
Dictionary of Greek. 2013.